Ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ
Νά κάνης ὅσο εἶναι δυνατόν τό θέλημα τοῦ Κυρίου, τό ἀγαθό καί εὐάρεστο καί τέλειο, κατά τόν Ἀπόστολο (Ρωμ. 15,2). Καί ἀγαθό θέλημα τοῦ Κυρίου εἶναι τό νά κάνης γενικά τό καλό, εἴτε μέ ἔργα, εἴτε μέ λόγια, εἴτε μέ τό νοῦ. Καί εὐάρεστο θέλημά Του εἶναι νά κάνης τό καλό, ὄχι γιά ἄλλο σκοπό, ἀλλά μόνο γιά τόν Θεό· καί τέλειο θέλημά Του εἶναι τό νά κάνης τό καλό μέ ὅλη σου τήν προθυμία καί τή δύναμι καί τήν ἀγάπη, ὅπως ἑρμηνεύει τό ρητό ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ ἱερός Θεοφύλακτος λέγοντας: «Πρῶτα λοιπόν νά ἐξετάζης τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄν εἶναι ἀγαθό∙ ἔπειτα, ὅταν τό γνωρίσης, ἐξέταζε ἄν εἶναι καί εὐάρεστο· γιατί πολλά, μολονότι φαίνονται ὅτι εἶναι ἀγαθά, δέν εἶναι εὐάρεστα ἤ λόγῳ τοῦ καιροῦ ἤ λόγῳ τοῦ προσώπου,.... καί ὅταν εἶναι καί ἀγαθό καί εὐάρεστο, φρόντισε ὥστε νά γίνη καί τέλειο καί ὁλόκληρο, ὅπως ἀπαιτεῖται καί ὄχι ἐλλιπές».
Κατά τόν θεῖο Δαμασκηνό καί ὅλους τούς θεολόγους, τά θελήματα τοῦ Θεοῦ εἶναι δύο, προηγούμενο, κατά τό ὁποῖο ὡς ἀγαθός θέλει τά ἀγαθά καί ἑπόμενο, κατά τό ὁποῖο ὡς δίκαιος ἐπιτρέπει νά ἔρχωνται θλίψεις γιά τό συμφέρον μας. Γι' αὐτό εἶναι ἀνάγκη καί ἐσύ, ἀγαπητέ, νά ὑπομένης εὐχαρίστως ὅλες τίς θλίψεις πού σοῦ συμβαίνουν, εἴτε ἀπό τούς ἀνθρώπους, εἴτε ἀπό τούς δαίμονες, ἤ καί ἀπό τήν διεφθαρμένη φύσι, λέγοντας σέ ὅλες ἐκεῖνο τό ἀξιομνημόνευτο ἀπόφθεγμα πού συνήθιζε νά λέη ὁ θεῖος Χρυσόστομος: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν» (Ἐπιστ. ια΄ πρός Ὀλυμπ.)
Ὁ φρόνιμος Ὀδυσσέας πρόσταζε τήν καρδιά του, γιά νά μή φοβηθῆ στή θάλασσα λέγοντας: «Τέτλαθι δή κραδίη καί κύντερον ἄλλο ποτ' ἔτλης», δηλαδή, κάνε ὑπομονή καί τώρα καρδιά μου, γιατί καί ἄλλο χειρότερο κάποτε ὑπέφερες∙ καλλίτερα ὅμως ψάλλε ἐναλλάξ σέ κάθε περίστασι ἐκείνη τήν ἱερή ἐπωδή τοῦ Δαβίδ, λέγοντας: «Νά ἀναμένης μέ ὑπομονή τήν βοήθεια τοῦ Κυρίου· ἄς κραταιοῦται ἡ καρδιά σου καί νά ἐξακολουθῆς νά ἀναμένης τήν βοήθεια τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 26,14).
Καί στήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου καί στήν ἐκπλήρωσι τοῦ ἁγίου θελήματός Του, ὤ, πόση ἡδονή θά ἀπολαύση ὁ νοῦς σου! Πόση χαρά θά λάβη ἡ καρδιά σου!
Αὐτή τήν ἡδονή καί τή χαρά θέλοντας νά φανερώση ὁ Σειράχ ἔλεγε: «Τίποτα δέν εἶναι καλλίτερο ἀπό τό σεβασμό στόν Κύριο καί τίποτα γλυκύτερο ἀπό τήν τήρησι τῶν ἐντολῶν Του» (Σοφ. Σειρ. 23,27).
Ὡς δοῦλος ἀπό φόβο (σεβασμό) πράττεις τίς ἐντολές, χαίρεσαι καί μακαρίζεσαι, μέ τήν τήρησι τῶν ἐντολῶν ἀνέπαυσες τόν Δεσπότη σου. Λέει ὁ ψαλμός: «Μακάριος ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος πού σέβεται τόν Κύριο. Αὐτός μέ ὅλη τήν θέλησι τῆς ψυχῆς του θά ποθήση καί θά ἐκτελέση τίς ἐντολές του» (Ψαλμ. 111,1).
Καί ἄν ἐργάζεσαι σάν μισθωτός στόν ἀμπελῶνα τῶν θείων ἐντολῶν, χαίρεσαι, γιατί ἐλπίζεις νά λάβης τέλειο τόν μισθό σου ἀπό τόν Κύριο τοῦ ἀμπελῶνος πού σέ μίσθωσε. Γιατί λέει: «Φώναξε τούς ἐργάτες καί δῶσε τους τό μισθό» (Ματθ. 20,8).
Ἐὰν πάλι ὡς υἱός πράττεις τίς ἐντολές γιά τήν ἀγάπη μόνο τοῦ Πατέρα, χαίρεσαι καί ἀγαλλιάζεις, γιατί εὐχαρίστησες καί δόξασες τόν οὐράνιο Πατέρα σου μέ τήν ὑπακοή σου. Γιατί λέει: «Ὁ υἱός τιμάει τόν Πατέρα του· Καί ἄν ἐγώ εἶμαι ὁ Πατέρας, ποῦ εἶναι ἡ τιμή μου; Λέει Κύριος Παντοκράτωρ» (Μαλαχ. 1,6).